Παρασκευή 15 Μαΐου 2020

Η ευτυχισμένη γάτα – Αζιζ Νεσίν...

14_chalk_circle

Χτες ήμασταν στα εγκαίνια έκθεσης κεραμικής μιας πολύ γνωστής γλύπτριας. Είχαν μαζευτεί εκεί πολλοί ξακουστοί διανοούμενοι και η συζήτηση είχε ανάψει πάνω σε διάφορα θέματα. Παίρνει τον λόγο μια πολύ....

γνωστή καλλιτέχνιδα και λέει:
– Παιδιά χτές είδα ένα όνειρο.
– Τι ρωτάει ένας ποιητής:
– Ήταν τρομαχτικό το όνειρο;
– Δεν ξέρω, είπε, μήπως είναι εδώ κανένας ονειροκρίτης; Άρχισε να διηγείται το όνειρο της:
– Ήταν λέει μέγα πλήθος… οι άνθρωποι πήγαιναν στις δουλειές τους. Κόσμος πολύς κυκλοφορούσε. Ήταν ένας κεντρικός δρόμος. Ήμουνα και εγώ εκεί πήγαινα κάπου. Ξαφνικά φώναξε κάποιος από το πλήθος: « Εγώωω!…».
Όλοι γύρισαν προς το μέρος της φωνής. Ο άνθρωπος που φώναξε «Εγώ» πρόσταξε:
«Και τώρα, όλοι να μείνουν εκεί που βρίσκονται!..» Κανείς μας δεν κουνήθηκε.
Ένας γλύπτης που άκουε το όνειρο, ρώτησε:
– Γιατί σταθήκατε;
– Που να ξέρω, να, σταθήκαμε ! … Σταμάτησαν όλοι, σταμάτησα κ΄εγώ… Αφού ήταν όνειρο. Ύστερα εκείνος ο άνθρωπος φώναξε: «Ο καθένας να χαράξει γύρω του, εκεί που βρίσκεται, έναν κύκλο με κιμωλία». Ξαφνικά όλοι τους βρέθηκαν με μια κιμωλία στο χέρι. Όνειρο δεν είναι αυτό; Μερικοί από το πλήθος φώναξαν: «Εμείς δεν έχουμε κιμωλία». Τότε εκείνος ο άνθρωπος λέει: «όσοι δεν έχουν κιμωλία να χαράξουν τον κύκλο με τα μολύβια τους». Μερικοί με μολύβια και μερικοί με στυλό χάραξαν γύρω τους πάνω στα καλντερίμια από ένα κύκλο.
Έψαξα κι΄εγώ στις τσέπες μου και την τσάντα μου, αναποδιά, δεν είχα μαζί μου ούτε κιμωλία, ούτε μολύβι. Άρχισα να τρέμω. Ήταν κι άλλοι σαν έμενα χωρίς μολυβί. Μερικοί απ αυτούς φώναξαν: «Δεν έχουμε μολύβια!». Τότε ο άνθρωπος αυτός φώναξε: «Όσοι δεν έχουν μολύβι, να χαράξουν ένα κύκλο στον αέρα με το δάχτυλο τους !» Κι΄ εγώ πήρα μια στροφή ολόκληρη και χάραξα με το χέρι μου έναν κύκλο στον αέρα.
Κάποιος συγγραφέας που άκουγε τα όνειρο:
– Γιατί δεχτήκατε να χαράξετε κύκλους;
– Τι θα πει γιατί, όνειρο είναι αυτό, έχουν τα όνειρα εξηγήσεις;
Ένας ηθοποιός πήρε μέρος στη συζήτηση:
– Τα όνειρα δεν έχουν λογική!
Πάνω σ αυτό, άρχισε μια συζήτηση και οι γνώμες διχάστηκαν. Στο τέλος κατέληξαν στην απόφαση ότι δεν πρέπει να ζητάμε λογική στα όνειρα.
Η καλλιτέχνιδα συνέχισε να εξιστορεί τ΄ όνειρο της:
– Ο καθένας είχε χαράξει πια τον κύκλο του όταν ο άνθρωπος εκείνος ξαναφώναξε: « Τώρα ο καθένας πρέπει να μείνει εκεί που είναι, μέσα στον κύκλο που χάραξε. Δεν θα βγει κανένας έξω!».
Όλοι μας μείναμε καρφωμένοι στη θέση μας και περιμέναμε.
Ο ποιητής:
– Δεν μπορούσατε να βγείτε έξω από τον κύκλο;
– Δεν μπορούσαμε…
– Γιατί;
– Μα γιατί απαγορευόταν… Δεν καταλαβαίνεις, ότι μας το είχε απαγορεύσει;
Ο συγγραφέας:
– Γιατί;
– Όνειρο είναι αυτό, τζάνουμ… . Τα όνειρα δεν έχουν γιατί….
Ο συγγραφέας:
– Καλά, όμως εσείς δεν είχατε χαράξει κύκλο…
– Είχα χαράξει με το δάχτυλο μου στον αέρα.
– Στον αέρα…. Δεν φαίνονται τα σύνορα του κύκλου στον αέρα.
– Ας είναι, εγώ ήξερα που βρισκόμουνα και όπως όλοι, περίμενα κ΄εγώ. Άρχισα να στενοχωριέμαι. Αχ, τι να κάνω και να βγω έξω; Όλο έτσι σκεφτόμουνα…
– Καλά γιατί δεν βγαίνατε;
– Αφού δεν έβγαινε κάνεις, πώς να έβγαινα εγώ…
– Γιατί;
– Αμάν.. Όνειρο ήταν αυτό, σας λέω.
– Ναι έχετε δίκαιο.
– «Αχ, να μπορούσα να έβγαινα έξω απ αυτόν τον κύκλο», σκεφτόμουνα. Για μια στιγμή σκέφτηκα να σβήσω με το χέρι μου το νοητό κύκλο. «Άπλωσα το χέρι μου. Ενώ ήμουνα έτοιμη να σβήσω με την παλάμη μου τον κύκλο στον αέρα, με είδε εκείνος ο άνθρωπος και άρχισε να φωνάζει: « Να μη σβήσει κάνεις τον κύκλο του !». Έτσι έμεινα μέσα στον κύκλο.
Ο ηθοποιός:
– Δεν θα έπρεπε ευθύς εξαρχής να χαράξετε εκείνο τον κύκλο.
– Έχετε δίκαιο, έτσι έπρεπε να γίνει. Όμως, μόνη μου χάραξα τον κύκλο και είχα φυλακιστεί μέσα σ΄αυτόν. Βλέπω γύρω μου, και αυτοί το ίδιο, σαν κ΄εμενα. Στριφογύριζαν όλοι για να βγουν έξω. Στο διπλανό μου κύκλο ήταν ένας παραλυτικός. «Εγώ, λέει, είμαι παράλυτος εδώ και είκοσι χρόνια. Είκοσι χρόνια δεν το κούνησα απ την θέση μου. Όμως τώρα νοιώθω έναν αβάσταγο πόθο να΄βγω έξω»… «Καλά, του λέω, εσάς τα πόδια δεν πιάνουν, πως θα περπατήσετε;». «Μπορώ να περπατήσω , και να τρέξω ακόμα… «Αν δεν απαγορευόταν να βγω έξω από τον κύκλο, θα τρέχα κιόλας».
Ο άνθρωπος που στεκόταν αριστερά μου: «Αχ, να μας αφηνανε να σβήσουμε αυτούς τους κύκλους, να γλυτώναμε..».
Πίσω μου ήταν ξαπλωμένη καταγής μια γυναίκα. Την κοίταξα με προσοχή. Ήταν άψυχη. Ήταν άψυχη και όμως μιλούσε. Όνειρο είναι αυτό, μιλούν και οι πεθαμένοι. « Αχ, λέει, να σβήνονταν αυτοί οι κύκλοι να μπορούσα να περπατήσω, να σεργιανίσω». Τη ρώτησα: «Εσείς είστε πεθαμένη, πως θέλετε να σεργιανήσετε;». «Όσο ήμουνα πεθαμένη, μου λέει, δεν ένοιωθα ποτέ την επιθυμία να γυρίσω. Από τότε όμως που κλείστηκα σ΄αυτόν εδώ τον κύκλο, θέριεψε μέσα μου η λαχτάρα να βγω έξω. Νομίζω ότι θα μπορούσα κ εγώ σαν εσάς τους ζωντανούς να βαδίζω στους δρόμους».
Μπροστά μου ήταν ένας νέος. Ο καημένος ήταν πιασμένος. Κι εκείνος παρακαλούσε. «Αχ να μπορούσε κάνεις να΄βγαινε έξω, να έσβηνε αυτό τον κύκλο και να με γλύτωνε εδώ…». «Εσείς του λέω, είστε πιασμένος. Δεν μπορείτε να κουνήσετε το δαχτυλάκι σας ώστε να χετε χαράξει τον κύκλο. Εσείς είστε λεύτερος». «Ναι μου απαντάει, δεν τον χάραξα με το χέρι μου, όμως με τον νου μου χάραξα γύρω μου έναν κύκλο στον αέρα. Τώρα είμαι φυλακισμένος μέσα σαϊτών, δεν μπορώ να βγω έξω».
Όλοι μας είχαμε μείνει μέσα στου κύκλους που είχαμε χαράξει ή σχεδιάσει, και δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω. Ενώ περιμέναμε έτσι άπραγοι, που και που άρχισαν τα μουρμουρητά. Αυτές οι σποραδικές φωνές όσο πήγαιναν και απλώνονταν. «Να βγαιννε ένας και να μας έσωζε..». «Να μας έσωζε κάποιος..». «Δεν είναι κανένας λυτρωτής;». «Έβγαινε κάποιος να σβήνε τον κύκλο μου…».
Ο καθένας μιλούσε έτσι. Άρχισα κ΄εγώ να μιλώ μ΄αυτόν τον τρόπο. Ενώ παραμιλούσαμε έτσι, σιγά-σιγα πλάκωσε το σκοτάδι, νύχτωσε. Κόντεψα να τρελαθώ που δεν μπορούσα να βγω έξω. Έσταζε ο ιδρώτας απ΄ολο μου το κορμί. Κάνεις δεν μπορούσε να βγει έξω απ΄τον κύκλο του.
Ενώ κλαίγαμε τη μοίρα μας, ακούστηκε μια φωνή: «Αν έβγαινε κάποιος θα βγαίνα και εγώ..»
Και εγώ τα ίδια λόγια ξανά και ξανά είπα: «Αν έβγαινε κάποιος θα βγαινα και εγώ». Κι όλοι ξανάλεγαν τα ίδια λόγια».
Ύστερα ακούστηκαν φωνές: «Δεν βρίσκεται κανένας κανένας;». «Που είναι αυτός ο κάποιος;». «Όποιος και να ναι, να βγει…Ποιος είναι αυτός;».
Κανένας δεν απάντησε: «Εγώ είμαι!».
Είχε νυχτώσει για καλά. Όλοι μας πια ήμασταν κλεισμένοι στον κύκλο που είχαμε χαράξει μόνοι μας.
Την στιγμή εκείνη, μια γάτα άρχισε να φέρνει βόλτες. Μέσα στο σκοτάδι έλαμπαν τα μάτια της σα δυο σταλαγματιές φλόγα. Όλο γύριζε η γάτα και πηγαινοερχόταν πάνω-κάτω. Κανένας δεν την εμπόδιζε. Μπαινόβγαινε μέσα στους κύκλους. Πήγαινε όπου τραβούσε η όρεξη της. Για μια στιγμή σταματούσε, γλειφόταν και συνέχιζε πάλι τη βόλτα της.
Ένοιωσα μέσα μου μια βαθειά λαχτάρα. «Αχ και να μουνα και εγώ μια γάτα!… τι ευτυχισμένα πλάσματα οι γάτες».
Βλέποντας την αμεριμνησία της γάτας, ζήλεψαν και οι άλλοι και άρχισαν να λένε: «Αχ, να ήμασταν γάτες, αχ, να ήμασταν γάτες…». Λες από πείσμα για μας τριγυρνούσε άσκοπα η γάτα αυτή στην όλο άδεια νύχτα. Ξύπνησα μ αυτήν τη στενοχώρια. Ημουνα μούσκεμα στον ιδρώτα.
Και αφού διηγήθηκε τ΄όνειρο της η καλλιτέχνιδα, ρώτησε:
– Και τώρα είναι κανείς ν΄ εξηγήσει όνειρο μου;
Δεν έδειξε κανένας προθυμία να ερμηνεύσει το όνειρο. Μόνο κάποιος δημοσιογράφος έριξε την πετριά:
– Όταν πάψουν οι άνθρωποι να ενεργούν σαν άνθρωποι, τότε προσέχουν και την ευτυχία μιας γάτας ακόμα.
Και γυρίζοντας στην καλλιτέχνιδα πρόσθεσε:
– Ξέρετε θα δημοσιεύσω τ΄ όνειρο σας…
– Γιατί;
– Ίσως κανένας απ΄αυτούς που θα διαβάσουν τ΄όνειρο σας, μπορέσει να διαβεί τον κύκλο που χάραξε γύρω του. Κι αν αυτός ο «Ένας» κάνει την αρχή, θα τον ακολουθήσουν όλοι οι άλλοι….

11125588_821140907923715_409691546_n

Ο καφές και η δημοκρατία

Αζίζ Νεσίν

από την – Arte Povera –

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου