Τετάρτη 6 Μαρτίου 2019

Εισαγγελέας για Μάτι: Και να μη φύσαγε, με τέτοια έλλειψη οργάνωσης θα συνέβαιναν τα ίδια



Πώς κατέρρευσε το σύστημα που οδήγησε «αιτιακά» στην εκατόμβη των θυμάτων
- «Ακόμη και να μην φύσαγε, υπήρχε τέτοια έλλειψη οργάνωσης, που θα συνέβαιναν τα ίδια και σε ένα πιο απλό συμβάν», λένε οι εισαγγελείς και περιγράφουν το απόλυτο χάος ασυνεννοησίας και έλλειψης...

συντονισμού 
- Όλη η εισαγγελική διάταξη - καταπέλτης για τους χειρισμούς που έγιναν από ΟΤΑ, Πυροσβεστική, Αστυνομία

«Καταπέλτης» για τους χειρισμούς των εμπλεκόμενων υπηρεσιών κατά την εθνική τραγωδία της 23ης Ιουλίου στην Ανατολική Αττική, κατά την οποία έχασαν τη ζωή τους 100 άνθρωποι, είναι η διάταξη - 300 σελίδων - των εισαγγελέων που διενήργησαν την έρευνα για τη φονική πυρκαγιά στην Ανατολική Αττική και άσκησαν ποινικές διώξεις σε βάρος 20 ατόμων για αδικήματα σε βαθμό πλημμελήματος.

Οι πυροσβεστικές δυνάμεις λειτουργούσαν συμπτωματικά, χωρίς έστω στοιχειώδη συντονισμό

Αρκεί να αναφερθεί πως στην εισαγγελική διάταξη, αφού γίνεται λόγος για «απόλυτη έλλειψη οργάνωσης και συντονισμού των πυροσβεστικών δυνάμεων, οι οποίες φαίνεται να λειτουργούσαν εντελώς συμπτωματικά και χωρίς κάποιο έστω στοιχειώδη συντονισμό» επισημαίνεται πως «είναι τέτοιας βαθμού και βαρύτητας η έλλειψη οργάνωσης, που ακόμη και αν δεν υπήρχε η συγκεκριμένη πυρκαγιά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (σ.σ. κακές καιρικές συνθήκες) που την κατέστησαν στην εξέλιξή της καταστροφική, είναι βεβαίο ότι η ίδια κατάσταση θα επικρατούσε και σε πιο απλά συμβάντα»!



Καταρρίπτεται το κυβερνητικό αφήγημα ότι οι «νεκροί θολώνουν την εικόνα», ενώ ο μηχανισμός λειτούργησε

Οι εισαγγελείς στη διάταξή τους καταρρίπτουν έτσι, το αφήγημα της κυβέρνησης, σύμφωνα με το οποίο για την εθνική τραγωδία του περασμένου καλοκαιριού έφταιγε ο ....καιρός και η άναρχη δόμηση, ενώ «οι νεκροί θολώνουν την εικόνα» τη στιγμή που ο μηχανισμός είχε λειτουργήσει όπως έπρεπε. Καρέ - καρέ περιγράφουν ένα απόλυτο χάος, «παραλείψεων, ολιγωριών, πλημμελειών και δυσλειτουργιών των αρμοδίων θεσμικά και νομοθετικά οργάνων, υπηρεσιών αρχών και φορέων του ισχύοντος σήμερα μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας της χώρας» αλλά και «της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, του Πυροσβεστικού Σώματος, της Ελληνικής Αστυνομίας και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (περιφέρεια και δήμους)».

Στο πνεύμα αυτό, στη διάταξή τους οι εισαγγελείς επισημαίνουν πως ακόμη και αν γίνονταν δεκτό το επιχείρημα ότι «δεν ήταν εφικτή η οργανωμένη απομάκρυνση (σ.σ.των κατοίκων) είναι απολύτως βέβαιο, ότι η κατάληξη θα ήταν εντελώς διαφορετική στη περίπτωση που οι κάτοικοι των περιοχών είχαν ενημερωθεί από τους αρμόδιους φορείς, πράξη - ενέργεια που αποτελεί βασική υποχρέωσή τους από το θεσμικό πλαίσιο, και είχαν πραγματική γνώση των περιστάσεων και των συνθηκών».



Θα είχαμε λιγότερα θύματα ακόμη και με άτακτη εκκένωση

Με απλά λόγια δηλαδή, οι εισαγγελείς επισημαίνουν πως ακόμη και δεν ήταν εφικτή η οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών από τις εστίες της πυρκαγιάς, ίσως να μετράγαμε λιγότερα θύματα αν διαταζόταν έστω άτακτη εκέννωση των σημείων όπου είχε εκδηλωθεί η πυρκαγιά.

Επίσης, στη διάταξη γίνεται εκτενής αναφορά για τις ευθύνες των αρμοδίων που είχαν ως αποτέλεσμα εκατοντάδες πολίτες να εγκλωβιστούν στο Μάτι, με αποτέλεσμα κάποιοι από αυτούς είτε να καούν είτε να πνιγούν....

Ακολουθούν τα βασικά αποσπάσματα της διάταξης που καταγράφουν τις ευθύνες των εμπλεκομένων υπηρεσιών, το χάος και την έλλειψη συντονισμού αλλά και την έναρξη της πυρκαγιάς από τον ιδιώτη στο Νταού Πεντέλης.




Πως ξεκίνησε η πυρκαγιά


Για την έναρξη της αρχικής πυρκαγιάς και τις συνθήκες που αυτή εξαπλώθηκε στη συνέχεια στην Ανατολική Αττική, η εισαγγελική διάταξη αναφέρει: «Στα πλαίσια διερεύνησης των αιτιών της πυρκαγιάς προέκυψε, ότι ο δράστης της προκλήσης της αρχικής πυρκαγιάς είναι ο Κ.Α, ενώ οι συνθήκες- περιστάσεις υπό τις οποίες προκλήθηκε αυτή είναι οι ακόλουθες:

Από την έντονη παρουσία υπολειμμάτων πρόσφατης καύσιμης ύλης στην περιοχή έναρξης της πυρκαγιάς, όπως

α)έντονη λευκού χρώματος στάχτη και γύρω από αυτή διασκορπισμένα σε πρόσφατο χρόνο καμμένα μικρών διαστάσεων τεμάχια κούτσουρα και κλαδιά, τα οποία από τον πολύ έντονο βαθμό και σε βάθος καύση τους καταδεικνύουν, ότι δεν κάηκαν στο σημείο αυτό μετά την εκδήλωση της πυρκαγιάς και εξαιτίας αυτής, αλλά σε προγενέστερο χρόνο,

β) από διάφορους άλλους δείκτες της πυρκαγιάς, όπως στη γωνία απανθράκωσης της βλάστησης καθώς και

γ) άλλους δείκτες στην καμμένη εντός της κρίσιμης περιοχής καύσιμης ύλης σε διάφορα αντικείμενα, που βρέθηκαν κατά την έναρξη και εξάπλωση της πυρκαγιάς, όπως παραδείγματος χάριν μεγάλες πέτρες, καμμένα άδεια κουτιά, δέντρα (κύριως πεύκα), προέκυψε, ότι στο ως άνω σημείο έναρξης επί της οδού Ανδρούτσου, υπήρξε σε προγενέστερο της πυρκαγιάς χρόνο καύση υπολειμμάτων ποσότητας κλαδιών και άλλες καύσιμης ύλης.

Ειδικότερα η καύση έγινε περίπου τέσσερις με 5 ώρες πριν την έναρξη της πυρκαγιάς, η οποία δεν έσβησε αποτελεσματικά, δηλαδή με επάρκεια ποσότητας νερού, καθώς και κάλυψη με ικανή ποσότητα χώματος, με αποτέλεσμα τα υπολείμματα της καύσης, λόγω των επικρατουσών καιρικών συνθηκών, (αυξημένη θερμοκρασία, μειωμένη υγρασία περιβάλλοντος, ενίσχυση των ανέμων), να αναφλεγούν και να πυροδοτήσουν την παρακείμενη καύσιμη ύλη χαμηλού κύριως ύψους, (κυρίως ξερά χόρτα και μικρό διάσπαρτο αριθμό πεύκων), και με τον τρόπο αυτό αναπτύχθηκε και εξαπλώθηκε η πυρκαγιά στην ευρύτερη περιοχή. Επισημαίνεται, ότι οι ως άνω περιστάσεις εκδήλωσης της πυρκαγιάς προέκυψαν αφού αποκλείστηκε και η περίπτωση να προκλήθηκε η πυρκαγιά από άλλη αιτία και ιδίως από τον τερματικό στύλο του δικτύου παροχής ηλεκτρικού ρεύματος. ....».


«Δεν έσβησαν τη φωτιά στο ξέσπασμά της»

Στη συνέχεια της διάταξης περιγράφεται πως εξαπλώθηκε η πυρκαγιά και γίνεται αναφορα σε αναποτελεσματικές ενέργειες της Πυροσβεστικής να την ελέγξουν από την αρχή.

Αναφέρουν χαρακτηριστικά οι εισαγγελείς: «Περαιτέρω η ως άνω πυρκαγιά λόγω των ισχυρών ανέμων, που επικρατούσαν την ώρα έναρξης, (ήτοι άνεμοι με ελάχιστη ταχύτητα 45,1 km/h δηλαδή ισχυροί άνεμοι έντασης έξι μποφόρ και με μέγιστη ταχύτητα 74 km/h, δηλαδή θυελλώδεις άνεμοι έντασης οκτώ μποφόρ με διεύθυνση Δυτική βορειοδυτική) και του ανάγλυφου της ευρύτερης περιοχής, αλλά και επειδή οι πυροσβεστικές δυνάμεις στο αρχικό στάδιο προσβολής κυρίως στην περιοχή Νταού Πεντέλης, δεν κατόρθωσαν, να την ελέγξουν αποτελεσματικά, απέκτησε δυναμική και περί ώρα 17.17 έως 17.30 , το ενιαίο αρχικά μέτωπο διασπάστηκε σε άλλα δύο και μάλιστα εκτός της κατά μέτωπο ανάπτυξης υπήρχε και πλευρική τους ανάπτυξη. Έτσι το ένα μέτωπο που ήταν το πλέον επικίνδυνο και καταστροφικό, κατευθύνθηκε ανεξέλεγκτα, καθώς δεν αποκόπηκε με την προσβολή του και δεν ελέγχθηκε στο σημείο αυτό από τις πυροσβεστικές δυνάμεις, βορειοανατολικά προς Νέο Βουτζά- Μάτι- Κόκκινο Λιμανάκι, ενώ το άλλο, το οποίο παρεμποδίστηκε και κατασβέστηκε αποτελεσματικά από τις επιχειρούσες στην ευρύτερη περιοχή πυροσβεστικές δυνάμεις πριν εξαπλωθεί νότιοανατολικά προς τον οικισμό της Καλλιτεχνούπολης, περιορίστηκε μόνο στην χαράδρα, που βρίσκεται βόρεια του οικισμού και έτσι δεν υπήρξαν ανθρώπινες απώλειες και εκτεταμένες καταστροφές....».

«Δώσανε ψευδή στοιχεία από το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο»

Οι εισαγγελείς όμως κάνουν λόγο στη διάταξή τους και για παράδοση ψευδών στοιχείων από το ενιαίο συντονιστικό κέντρο. Αναφέρουν χαρακτηριστικά:

«Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει μια αναφορά για το GPS και ειδικότερα, ότι αποτελεί ένα παγκόσμιο σύστημα στίγματοθέτησης, η θεσηθεσίας και σύστημα εντοπισμού γεωγραφικής θέσης, ακινήτου ή κινουμένου χρήστη, το οποίο βασίζεται σε ένα πλέγμα 24 δορυφόρων της γης, εφοδιασμένο με ειδικές συσκευές εντοπισμού, οι οποίες ονομάζονται πομποδέκτες GPS.
Η πομποδέκτες αυτοί παρέχουν ακριβείς πληροφορίες για την θέση ενός σημείου, το υψόμετρο του, την ταχύτητα και την κατεύθυνση της κίνησης του. Επίσης, σε συνδυασμό με ειδικό λογισμικό χαρτογράφησης μπορούν να απεικονίσουν γραφικά τις πληροφορίες αυτές. Επομένως τα ως άνω στοιχεία, που αναφέρθηκαν στο χρονολόγιο είναι τεχνικά απόλυτα ακριβή και αποτυπώνουν την πραγματική κατάσταση αναφορικά με την κίνηση των οχημάτων, ενώ οι σχετικές καταχωρήσεις των οχημάτων, που εμφανίζονται στο φάκελο του περιστατικού όπως εμφανίστηκαν από το ΕΣΚΕ (σ.σ.Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο) δεν είναι αληθής και δεν αποτυπώνουν την πραγματική κατάσταση σχετικά με τα οχήματα και τους χρόνους που αυτά προσήλθαν και επιχείρησαν κατάσβεση. Η σχετική αναφορά γίνεται προκειμένου, να καταδειχθεί η ανακρίβεια των στοιχείων, που παρατέθηκαν από το ΕΣΚΕ στα πλαίσια της διεξαχθείσας πραγματογνωμοσύνης... ».



Μεγάλη καθυστέρηση...

Σύμφωνα με την εισαγγελική διάταξη «ελάχιστα οχήματα επιχείρησαν εισερχόμενα στην καιόμενη περιοχή Μάτι- Κόκκινο Λιμανάκι» ενώ υπήρξε καθυστέρηση των πυροσβεστικών δυνάμεων, περίπου 30 λεπτών από την εκδήλωση της πυρκαγιάς να σπεύσουν στο σημείο.

«Περαιτέρω προέκυψε, ότι από τα πρώτα συνολικά επτά οχήματα, που κατέφθασε στο σημείο έναρξης από ώρα 16.55 έως 17.06 μόνο τα τρία εξ’ αυτών είχαν κατασβεστική ικανότητα» αναφέρουν οι εισαγγελείς και συνεχίζουν: «Επομένως αποδείχτηκε αφενός η ως άνω χρονική καθυστέρηση για την επέμβαση των πυροσβεστικών δυνάμεων, αφετέρου η επέμβαση στο αρχικό στάδιο της πυρκαγιάς με μικρό αριθμό πυροσβεστικών δυνάμεων».

Ακόμη όμως και όταν οι ελάχιστες σε σχέση με την δυναμική της πυρκαγιάς δυνάμεις, προσήλθαν αρχικά στην περιοχή εκδηλώσης της πυρκαγιάς, «επικεντρώθηκαν επιχειρησιακά στην κατάσβεση της κυρίως στην περιοχή της Καλλιτεχνούπολις, η οποία φυσικά λόγω γειτνίασης απειλήθηκε πρώτα, με αποτέλεσμα η πυρκαγιά στην περιοχή εκτός της Καλλιτεχνούπολις να μην ελεγχθεί επαρκώς και να επεκταθεί ανεξέλεγκτα».

«Όλοι έδιναν εντολές...»

Οι εμπλεκόμενοι φορείς, επισημαίνουν οι εισαγγελείς κατά την διχείρηση του καταστροφικού αυτού γεγονότος έδιναν εντολές, χωρίς κανείς να παρακολουθήσει αν αυτές εκτελούνταν. Επισημαίνουν σχετικά στη διάταξή τους:
«Προέκυψε, ότι η όλη διαχείριση των μέσων για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς κυριαρχείται από τη μη επιβεβαίωση της πραγματικής εκτέλεσης των ενεργειών ή επιχειρησιακών σχεδίων όχι μόνο από τους αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος, αλλά από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, υπό την έννοια, ότι σχεδόν όλοι οι υπεύθυνοι και αρμόδιοι αρκούνται στο να δίνεται η εντολή ή να συντάσσεται το έγγραφο, χωρίς όμως κάποιος να ελέγχει αν πράγματι η ενέργεια εκτελέστηκε ή ποτέ εκτελέστηκε. Ουσιαστικά δηλαδή διαπιστώθηκε μια τυπική και γραφειοκρατική λειτουργία των φορέων, η οποία δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα, όπως αυτή εκδηλώνεται και εκφράζεται από την εκτέλεση των ενεργειών και των αποτελέσματων αυτών....».

 «Άργησαν ....»

Ολιγωρία διαπιστώνουν οι εισαγγελείς και στις εντολές που δόθηκαν για να συνδράμουν τις επίγειες δυνάμεις κατάσβεσης και αεροσκάφη: «Δόθηκε εντολή να συνδράμουν της επιχείρησης πυρόσβεσης - αεροπυρόσβεσης σε τέσσερα αεροσκάφη, πλην όμως η εντολή αυτή πέραν του ότι δόθηκε αργά, δεν κατέστη δυνατόν να επιχειρήσουν (..τα εροσκάφη) και δεν προσέφεραν στις επιχειρήσεις αεροπυρόσβεσης για διάφορους λόγους...

Πιο συγκεκριμένα από τα τέσσερα αεροσκάφη που απογειώθηκαν κατά διαφορετικά χρονικά διαστήματα, τα δύο ματαίωσαν την αποστολή τους και επέστρεψαν στα αεροδρόμια, λόγω βλάβης χωρίς να επιχειρήσουν, ενώ μόνο τα υπόλοιπα δύο μετέβησαν στο Νταού Πεντέλης και την ευρύτερη περιοχή για να επιχειρήσουν, όπου έφτασαν περί ώρα 18.10 έως 18.15 περίπου, όταν δηλαδή ήταν πλέον πολύ αργά- ήδη πλησίαζε το μέτωπο τη λεωφόρο Μαραθώνος-για να αναχαιτίσουν την πυρκαγιά και να καθηλώσουν το μέτωπό της στην δασική έκταση μεταξύ της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος και Λύρειου Ιδρύματος. Βέβαια και τα ανωτέρω δύο αεροσκάφη δεν αποδεικνύεται, αν τελικά κατόρθωσαν να επιχειρήσουν, αφού δεν ήταν δυνατόν να πάρουν νερό από τη θάλασσα, λόγω κυματισμού από τους πολύ ισχυρούς ανέμους. Συμπερασματικά, μέχρι το κρίσιμο διάστημα (18.20) που το μέτωπο της πυρκαγιάς πέρασε σε κάποιο σημείο την λεωφόρο Μαραθώνος με κατεύθυνση προς το Μάτι -Κόκκινο Λιμανάκι, επιχειρούσε μόνο ένα πτητικό μέσο αεροπυρόσβεσης, ενώ έως την ώρα 19.00. μμ που η πυρκαγιά έφτασε στην ακτογραμμή επιχειρούσαν δύο πτητικά μέσα....».



«Δεν χρησιμοποίησαν τα πυροσβεστικά πλοία»

Από το υλικό της δικογραφίας - αναφέρουν οι εισαγγελείς - προέκυψε ότι η ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος «δεν χρησιμοποίησε επιχειρησιακά, παρόλο που είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο, και τα δύο εκ των τριών πυροσβεστικών πλοίων, που εδρεύουν στο 5ο λιμενικό πυροσβεστικό σταθμό στον Πειραιά, τα οποία θα μπορούσαν να συνδράμουν τη λιμενική αρχή Ραφήνας και να βοηθήσουν μαζί με τα υπόλοιπα πλωτά μέσα στην δια θαλάσσης διάσωση ατόμων από την θαλάσσια περιοχή στο Μάτι και το Κόκκινο Λιμανάκι, όπου είχαν καταφύγει κάτοικοι για να προφυλαχθούν από την πυρκαγιά».
Κατά τους εισαγγελείς «η συνδρομή των ως άνω πλοίων στην διάσωση ατόμων από τη θάλασσα, με δεδομένα τα ανωτέρω τεχνικά χαρακτηριστικά, αλλά και την μεταφορική ικανότητα τους, θα ήταν πολύ σημαντική και ουσιαστική στη διάσωση ατόμων που κινδύνεψαν και τελικά πνίγηκαν. Επίσης η ηγεσία του πυροσβεστικού σώματος και η διοίκηση του ΕΣΚΕ δεν κινητοποίησαν, ως όφειλαν εκ της αποστολής της την Ειδική μονάδα Αντιμετώπισης καταστροφών(ΕΜΑΚ)».


«Απόλυτη έλλειψη οργάνωσης»

Σε πολλά σημεία της διάταξής τους οι εισαγγελείς κάνουν λόγο απόλυτη έλλειψη οργάνωσης. Συγκεκριμένα, αναφέρουν: «Περαιτέρω από το περιεχόμενο των επικοινωνιών επιβεβαιώνεται η απόλυτη έλλειψη οργάνωσης και συντονισμού των πυροσβεστικών δυνάμεων, οι οποίες φαίνεται να λειτουργούσαν εντελώς συμπτωματικά και χωρίς κάποιο έστω στοιχειώδη σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης πυρκαγιάς. Μάλιστα είναι τέτοιας βαρύτητας και βαθμού η έλλειψη οργάνωσης, που ακόμη κι αν δεν υπήρχε η συγκεκριμένη πυρκαγιά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που αναλύθηκαν προηγούμενα και την κατέστησαν στην εξέλιξή της καταστροφική, είναι βέβαιο, ότι ίδια κατάσταση θα επικρατούσε και σε πιο απλά συμβάντα.

Από τις απομαγνητοφωνήσεις των ενσύρματων επικοινωνιών του 199- ΣΕΚΥΠΣ , προκύπτει ότι το ΕΣΚΕ και γενικότερα τα επιχειρησιακά στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος δεν είχαν πραγματική εικόνα για τις συνθήκες της πυρκαγιάς, ήτοι ακριβή τόπο εκδηλώσης, μέτωπα, εξέλιξη, εξάπλωσή της, δυνάμεις που επιχειρούσαν, συνεργασίες με άλλους εμπλεκόμενους φορείς, με συνέπεια να καθίσταται αδύνατη η επίτευξη συντονισμού των δυνάμεων με σκοπό την αποτροπή των τραγικών συνεπειών αυτής, ήτοι την κατάσβεση της και την διάσωση των κινδυνευόντων ανθρώπων, που αποτελεί το σκοπό δράσης του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας».


Έλλειψη σχεδίου διάσωσης των πολιτών

Δεν υπήρχε σχέδιο διάσωση των πολιτών, αναφέρουν οι εισαγγελείς και περιγράφουν πως η Πυροσβεστική έκανε....μπαλάκι τα περιστατικά στις αναρμόδιες αστυνομικές δυνάμεις. Η διάταξη αναφέρει: «Επιπρόσθετα προέκυψε, ότι το Πυροσβεστικό Σώμα λαμβάνοντας κλήσεις στο 199 – ΣΕΚΥΠΣ από πολίτες, οι οποίοι ανέφεραν σοβαρά και κρίσιμα περιστατικά σχετικά με ανθρώπους, που κινδύνευαν για τη ζωή τους από την εξελισσόμενη πυρκαγιά στους οικισμούς του Νέου Βουτζά, στο Μάτι και στο Κόκκινο Λιμανάκι, στις περισσότερες περιπτώσεις αντί να προωθηθούν πυροσβεστικές δυνάμεις στις συγκεκριμένες διευθύνσεις των κινδυνευόντων ατόμων για τη διάσωση τους, δεν προέβη στην προσπάθεια διάσωσης ατόμων από πυρκαγιά, αλλά διαβίβασε τα περιστατικά αυτά στις αναρμόδιες αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες αφενός δεν είχαν σχετική αρμοδιότητα αφετέρου δε διέθεταν γνώσεις και μέσα να προβούν σε διάσωση ατόμων από πυρκαγιά...».


Οι ευθύνες της ΕΛ.ΑΣ

Όπως αναφέρεται στη διάταξη δεν υπήρξε κανένας συντονισμός των κέντρων του Πυροσβεστικού Σώματος, της ΕΛ.ΑΣ και του Λιμενικού Σώματος και πως η όποια κατάσταση ετοιμότητας «ήταν μόνο σε επίπεδο προβλέψεων και εγγράφων, χωρίς στην πραγματικότητα να εκτελεστεί».
Εδικά για την ΕΛ.ΑΣ. οι εισαγγελείς επισημαίνουν: «Ο μη αποκλεισμός της εισόδου των οχημάτων στο Μάτι από κάθετες οδούς, που διασταυρώνονταν με την λεωφόρο Μαραθώνος καθ´όλη τη διάρκεια από την εκδήλωση της πυρκαγιάς στην Νταού Πεντέλης, την εξάπλωσή της στον οικισμό του Νέου Βουτζά και στη συνέχεια στο Μάτι αποτέλεσε κομβική παράλειψη των αρμοδίων αξιωματικών της ελληνικής αστυνομίας....
Επίσης δεν υπήρχε επαρκής αριθμός αστυνομικών οργάνων κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δηλαδή πριν περάσει το μέτωπο της πυρκαγιάς σε κάποιο σημείο την Λεωφόρο Μαραθώνος, ώρα 18.20 μ.μ, και κατευθυνθεί προς το Μάτι, προκειμένου να βοηθήσει στην εκτροπή των μεταφορικών μέσων (αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας), και την οδήγησή τους προς ασφαλή από την πυρκαγιά περιοχή. Όπως προέκυψε, η αποστολή περισσότερων δυνάμεων προκειμένου να παράσχουν συνδρομή ήταν αρμοδιότητα του γενικού αστυνομικού διευθυντή της Ελληνικής Αστυνομίας.
Η έλλειψη σε αριθμό ανδρών και μέσων κατά την εξέλιξη της Πυρκαγιάς έτσι ώστε να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα κυκλοφοριακής διαχείρισης στην περιοχή, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι επιχειρησιακά ήταν δόκιμη η ως άνω διευθέτηση με το συγκεκριμένο τρόπο και χρόνο, οφείλεται στην μη θέση σε πραγματική ετοιμότητα των αστυνομικών δυνάμεων, καθώς οι υπεύθυνοι αξιωματικοί της ελληνικής αστυνομίας αρκέστηκαν στην γραμματική διατύπωση των εντολών, οι οποίες δεν προέκυψε ότι εκτελέστηκαν-υλοποιήθηκαν σε πραγματικό επίπεδο....»


Πώς κάηκαν στο Μάτι

Περαιτέρω, οι εισαγγελείς αναφέρονται στις παραλείψεις που οδήγησαν στον εγκλωβισμό των οδηγών στο Μάτι. Επειδή, όπως επισημαίνουν «οι εκτροπές έγιναν και σε σημεία του εσωτερικού οδικού δικτύου στο Μάτι δημιουργήθηκε ξαφνικά μπλοκάρισμα στα οχήματα, που κινούνταν ήδη εκεί, καθώς ξαφνικά η διακοπή της κίνησης δημιούργησε συμφόρηση εσωτερικά στην περιοχή και έτσι δεν μπορούσαν να απεγκλωβιστούν τα οχήματα και να διαφύγουν από την περιοχή. ... Έτσι η κίνηση των οχημάτων γινόταν άτακτα με συνέπεια να δημιουργηθεί συμφόρηση στους στενούς δρόμους και τελικά να εγκλωβιστούν (οι οδηγοί).... Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στο ότι η κατάσταση με την κίνηση των οχημάτων επιβαρύνθηκε επιπλέον από την μη λήψη μέτρων από την αρμόδια λιμενική αρχή Ραφήνας, καθώς παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην περιοχή, ήτοι η ύπαρξη φωτιάς, ορατή ήδη από την ώρα εκδηλώσής της, η πορεία της προς το θαλάσσιο μέτωπο, η ύπαρξη πυκνού καπνού, ήταν αντιληπτή από τα στελέχη του Λιμενικού Σώματος, και αποτελούσε δίδαγμα κοινής πείρας ότι θα δημιουργούνταν προβλήματα από την άτακτη κίνηση των οχημάτων στην προσπάθειά τους να βρουν οδούς διαφυγής από την καιόμενη περιοχή, επέτρεψε τον λιμένισμό δύο επιβατηγών- οχηματαγωγών πλοίων στο λιμάνι της Ραφήνας και την αποβίβαση επιβατών και οχημάτων, τα οποία κινήθηκαν στη συνέχεια είτε επί της οδού Φλέμινγκ προς λεωφόρο Μαραθώνος και Αθήνα είτε επί της παραλιακής στο Μάτι προς Νέα Μάκρη. Αποτέλεσμα ήταν να επιβαρυνθεί επιπλέον η κυκλοφορία και να μειωθεί καταλυτικά η δυνατότητα διαφυγής των οχημάτων».



Οι ευθύνες της Περιφέρειας Αττικής

Όπως αναφέρεται στην διάταξη οι συμβάσεις που είχε υπογράψει η Περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου, με ανάδοχες εταιρίες για εργασίες συντήρησης και καθαρισμού δεν σχετίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις με τις περιοχές που εκδηλώθηκε η φονική φωτιά.

Μάλιστα, μια κρίσιμη σύμβαση, σύμφωνα τους εισαγγελικούς λειτουργούς , έληξε σε χρόνο που απέχει τουλάχιστον 18 μήνες από το συμβάν. Επομένως, αναφέρουν οι εισαγγελείς, «ακόμη και αν αφορούσε τις κρίσιμες περιοχές και το αντικείμενό της σχετιζόταν με τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρηθούν από την Περιφέρεια Αττικής η πάροδος τόσου χρόνου από την ολοκλήρωσή της δεν μπορεί να στηρίξει πραγματικά ισχυρισμό περί τήρησης της σχετικής υποχρέωσης».
Επίσης, η σύμβαση η οποία φέρεται κατά το χρόνο της πυρκαγιάς να ήταν σε ισχύ, δεν περιορίζει συγκεκριμένα το αντικείμενο της ούτε σε ποιες περιοχές αφορούσε.

Ενημερωση κοινού

Όπως διαπιστώνεται στην εισαγγελική διάταξη πράγματι στην ιστοσελίδα της Περιφέρειας Αττικής υπάρχει ειδικά διαμορφωμένη θεματική ενότητα και υλικό για θέματα αυτοπροστασίας και πρόληψης από δασικές πυρκαγίες. Ωστόσο, όπως σημείωνεται «οι ως άνω αναρτήσεις πράγματι υπάρχουν όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτουν τις απαιτήσεις του νόμου και ότι συντελούν αποφασιστικά στην επίτευξη των σκοπών τους, καθώς δεν είναι προσιτές και μεγάλο αριθμό κοινωνικών ομάδων όπως είναι οι ηλικιωμένοι ή πρόσωπα με προβλήματα υγείας ή πρόσωπα χωρίς μόρφωση».

Ακόμη στη διάταξη, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη συνεδρίαση του ΣΟΠΠ της Περιφέρειας Ανατολικής Αττικής, στις 26/4/2018, όπου με βάση τα πρακτικά της συνεδρίασης προκύπτει «ότι έγινε μια επιφανειακή παράθεση απόψεων των συμμετόντων έχοντας καθαρά υλικό χαρακτήρα χωρίς να γίνει καθορισμός συγκεκριμένων δράσεων κατά αντικειμενικό χρόνο και υπόχρεο φορέα (...)». Ουσιαστικά, δηλαδή, η συνεδρίαση αυτή είναι σαν να μην έγινε ή με άλλα λόγια και να μην γινόταν δεν θα υπηρχε κάτι σημαντικό να προστεθεί στο σύστημα πολιτικής προστασίας. «Διαπίστωνεται, λοιπόν, μια ακόμα τυπική και γραφειοκρατική λειτουργία ενός σημαντικού οργάνου για την οργάνωση του ως άνω συστήματος» αναφέρουν οι εισαγγελείς και συνεχίζουν: «Η λήψη της απόφασης για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών αποτελεί ευθύνη των κατά τόπους δημάρχων οι οποίοι έχουν τον συντονισμό του έργου πολιτικής προστασίας ...». Ωστόσο, όπως διευκρινίζουν «όταν η εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή μπορεί να επηρεάσει πάνω από ένα δήμο η απόφαση λαμβάνεται από το αρμόδιο Περιφεριάρχη ο οποίος μπορεί να εξουσιοδοτήσει σχετικώς τον οικείο αντιπεριφερειάρχη».
Επίσης οι εισαγγελείς τονίζουν ότι «η λήψη της απόφασης βασίζεται στις εισηγήσεις των φορέων που κατά περίπτωση έχουν την ευθύνη περιορισμού των επιπτώσεων από την εξέλιξη της καταστροφής... δηλαδή το μέτρο αυτό εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που στις περιοχές που αναμένεται να πληγούν ο κίνδυνος παραμονής των πολιτών σε οικισμούς ειναι μεγαλύτερος σε σχέση με τον κίνδυνο μετακίνησης...».
Οι εισαγγελικοί λειτουργοί επισημαίνουν οτι «μόνος αρμόδιος για την εισήγηση του μέτρου της οργανωμένης προληπτικής απομάκρυνσης των πολιτών ειναι ο εκάστοτε επικεφαλής αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος». Ωστόσο, όπως αναφέρουν, στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να τεθεί ζήτημα οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών.



Με τη διάταξή τους οι εισαγγελείς, απορρίπτουν όμως και τις αιτιάσεις που προβλήθηκαν περί δήθεν λανθασμένης ενημέρωσης της Περιφέρειας από το ΚΕΠΠ και το ΕΣΚΕ.

´Οπως επισημαίνουν οι ατιάσεις αυτές «δεν μπορούν να θεωρηθούν βάσιμες καθώς προβλέπεται ως αυτοτελής υποχρέωσης του Περιφερειάρχη ή του Αντιπεριφερειάρχη η περαιτέρω συλλογή των πληροφοριών σχετικά με την επικρατούσα κατάσταση και τις επηρεαζόμενες περιοχές εντός των διοικητικών ορίων της Περιφέρειας σε επικοινωνία με τις υπηρεσίες του ΕΚΑΒ του Πυροσβεστικού Σώματος και της αστυνομίας». Επρεπε δηλαδή, να αναζητηθούν περισσότερες πληροφορίες από την Περιφέρεια σχετικά με την επικρατούσα κατάσταση στην περιοχή.



Τα τραγικά συμπεράσματα των εισαγγελέων: Στα χαρτιά η ετοιμότητα

Προς το τέλος της πολυσέλιδης διάταξής τους οι εισαγγελείς παραθέτουν τα συμπεράσματα που αποκόμοισαν κατά τη διάρκεια της έρευνας τους για τη φονική πυρκαγιά.

Αναφέρουν χαρακτηριστικά: «Από όλα τα ανώτερα προέκυψε ότι ο μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας αποδείχθηκε τελικά και του εκ του αποτελέσματος ότι από το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την λήξη της προηγούμενης αντιπυρικής περιόδου και μέχρι την έναρξη της επόμενης, δεν κατόρθωσε όπως επιβάλλονταν εκ του νόμου και της αποστολής του αλλά και των σχετικών εγκυκλίων της ΓΓΠΠ, να είναι στην πράξη και όχι επί χάρτου κατάλληλα και έγκαιρα προετοιμασμένος και επαρκώς επιχειρησιακά οργανωμένος και να βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας, όταν οι συνθήκες το απαίτησαν όπως στην προκειμένη περίπτωση που ο δείκτης πυρκαγιάς ήταν υψηλός, κατηγορία 4, προκειμένου να νατιμετωπίσει και γενικά να διαχειριστεί ταυτόχρονα και μάλιστα στην ίδια ή έστω σε άλλη Περιφέρεια δύο μεγάλες καταστροφές λόγω δασικών πυρκαγιών και με την έκταση και την ένταση σαν αυτές που εκδηλώθηκαν, στην Κινέτα και το Νταού Πεντέλης».




«Οι παραλείψεις και οι ολιγωρίες που οδήγησαν στο θάνατο»

Στη συνέχεια οι εισαγγελείς κάνουν λόγο για «παραλείψεις, ολιγωρίες, πλημμέλειες, αρρυθμίες και δυσλειτουργίες των αρμοδίων θεσμικά και νομικά οργάνων και υπηρεσιών και φορέων του ισχύοντος μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας της χώρας» οι οποίες «αιτιακά» προκάλεσαν το θάνατο 100 ανθρώπων και τον τραυματισμό ακόμη 31 πολιτών. Αναφέρουν χαρακτηριστικά: «Ο μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας της χώρας δεν λειτούργησε κάτα τα προβλεπόμενα από τον σχετικό νόμο και σύμφωνα με τις εγκυκλίους, σε όλες τις φάσεις της αντιμετώπισης της ως άνω πυρκαγιάς και γενικά της διαχείρισης του εν λόγω καταστροφικού φαινομένου και κρίσης, καθώς δεν ανταποκρίθηκε αποτελεσματικά και με επάρκεια, στην εκ του νόμου αποστολή του και στις προβλεπόμενες από αυτόν αρμοδιότητές του».


πηγή 1

πηγή 2

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου